Το γκράφιτι που έγινε η «φωνή» της Τζωρτζίνας – Τι λέει ο δημιουργός του και γιατί δεν αποκαλύπτει το πρόσωπό του
Συνέντευξη στη Βίκυ Καλοφωτιά
«Προσοχή, γιατί το έδαφος είναι γεμάτο ανοίγματα και υπάρχει κίνδυνος να πέσεις μέσα με το παραμικρό άτσαλο βήμα» μου τόνιζε ο «Devoidness» όση ώρα περπατούσαμε για να φτάσουμε εκεί όπου πριν από δύο εβδομάδες ο ίδιος δημιούργησε με πολύχρωμα σπρέι το δικό του ιδιόμορφο σχόλιο στην υπόθεση που ακόμη διερευνούν οι Αρχές, έτσι ώστε να αποδοθεί η πολυπόθητη δικαιοσύνη. Το θάνατο των τριών κοριτσιών από την Πάτρα, που οδήγησε στην προσωρινή κράτηση στις φυλακές Κορυδαλλού, τη γυναίκα που τα έφερε στη ζωή, αντιμετωπίζοντας την κατηγορία της δολοφονίας του ενός από αυτά. Τη δολοφονία της Τζωρτζίνας.
«Σκέφτηκα ότι αν ενώσω τα στοιχεία αυτής της ιστορίας με ένα διαφορετικό τρόπο, ίσως όλο αυτό να αποτελέσει τροφή για σκέψη και για άλλους ανθρώπους και να ανοίξω μαζί τους διάλογο. Θα ήθελα, βλέποντάς το, να δημιουργήσουν δικές τους σκέψεις και συναισθήματα» τον ακούω να μου λέει όταν επιτέλους φτάνουμε μπροστά στο γκράφιτι με την ονομασία «Justice» («Δικαιοσύνη») που έφτιαξε σε έναν τοίχο κάπου στη Νέα Φιλαδέλφεια, ως φόρο τιμής στο εννιάχρονο κορίτσι, που πλέον μας κοιτάζει όλους από ψηλά.
Πλησιάζω περισσότερο τον τοίχο, για να δω από κοντά τη θλιμμένη έκφραση του προσώπου της, το κίτρινο χρώμα που το φωτίζει, τον ασπρόμαυρο ζυγό που κρατάει με το αποστεωμένο χέρι της. Με κυριεύει έντονα το συναίσθημα, που νιώθω ότι αν κοιτάξω το έργο έστω και λίγα δευτερόλεπτα ακόμη δεν θα μπορέσω να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Τι είναι αυτό που ο ίδιος ο καλλιτέχνης θέλει να πει μέσω αυτού, είναι η πρώτη ερώτηση που του απευθύνω.
«Στο έργο εικονίζεται το πρόσωπο της μικρής Τζωρτζίνας που λούζεται με το φως του παραδείσου και μοιάζει σαν φωτοστέφανο. Το μέρος του σώματος που εμφανίζεται, αποτελεί αναφορά στο γνωστό γλυπτό “Lady Justice”. Έχει και περισσότερες αναγνώσεις, αν αναλογιστούμε την επιλογή των χρωμάτων, τον τρόπο που αυτά τοποθετούνται στον καμβά. Δεν ήθελα να είναι απλά το πρόσωπο του κοριτσιού παρά κάτι πιο βαθύ.
»Ο ζυγός που κρατάει στο χέρι της και που γέρνει προς το μέρος της καταδεικνύει την αποκατάσταση της δικαιοσύνης υπέρ της. Το χέρι που κρατά τον ζυγό, επεκτείνεται εκτός του οριοθετημένου καμβά εσκεμμένα, υπονοώντας την ύστατη επικοινωνία της με όσους ψάχνουν την αλήθεια για την υπόθεσή της. Αυτή δεν είναι άλλη παρά τα στοιχεία που προκύπτουν από την ιατροδικαστική έρευνα. Εξ ου και στα όρια του καμβά ο ζυγός αλλάζει χρώμα, σπάζοντας έτσι το φράγμα του θανάτου, συνομιλώντας με εμάς, τους ζώντες.
»Τα περιρρέοντα συναισθήματα που εκφράζονται μέσω του προσώπου της είναι η θλίψη, επειδή ακόμα και η απόδοση δικαιοσύνης δεν αναιρεί τα πεπραγμένα και η απόγνωση, γιατί δεν μπορεί να πει την ιστορία της».
Ένας καλλιτέχνης που προσπαθεί να δώσει φωνή στο κορίτσι, το οποίο αναζητά δικαίωση για να γαληνέψει η ψυχή του εκεί όπου βρίσκεται τώρα. Σε μια δική του, ολόδική του γωνιά του παραδείσου. Ποιος είναι όμως αυτός ο ιδιαίτερος άνθρωπος που καταφέρνει να κάνει κάτι τόσο σημαντικό μέσα από την τέχνη του; Γιατί δεν αποκαλύπτει το πρόσωπο και το όνομά του και επιλέγει την ανωνυμία του πίσω από το ψευδώνυμο «Devoidness»;
«Οι αληθινοί πρωταγωνιστές είναι τα έργα μου και όλα όσα έχω να πω, τα λέω μέσω αυτών. Άλλωστε, από μόνη της η λέξη «Devoidness» σημαίνει ακριβώς αυτό, μια κατάσταση όπου φαινομενικά υπάρχει ένα κενό, το οποίο ωστόσο στην ουσία ποτέ δεν υπάρχει, γιατί αυτό που ονομάζουμε έτσι, αποτελεί το στάδιο όπου αφήνουμε τον εαυτό μας ανοιχτό και γεννιέται κάτι καινούριο. Σαν να αφήνουμε ανοιχτά τα παράθυρα για να μπει ο ήλιος…».
Η απάντησή του είναι τόσο αφοπλιστική, που σβήνει όποια απορία είχα για την ταυτότητά του μέχρι εκείνη τη στιγμή. Από την άλλη όμως, μου δημιουργεί την περιέργεια να «σκάψω» βαθύτερα για να ανακαλύψω κι άλλες λεπτομέρειες γύρω από το αινιγματικό προφίλ του. Έτσι, όπως σε κάποιο σημείο της συνάντησής μας μου εκμυστηρεύτηκε ότι «σκάβουν» τα σπρέι τους για να βρουν κοινές παλέτες και εντυπωσιακές αποχρώσεις, κάθε Κυριακή, όταν συναντιούνται όλοι οι «γκραφιτάδες» για να βάψουν μαζί στο «στέκι» τους.
«Όλα ξεκίνησαν το 2005, όταν κάποια στιγμή που παίζαμε videogames με ένα φίλο μου, ξαφνικά πήγε και κάθισε στο γραφείο του και κάτι άρχισε να σκιτσάρει. Όταν του ζήτησα να μου πει τι ακριβώς έκανε, γνώρισα για πρώτη φορά το γκράφιτι. Εντυπωσιάστηκα από τα χρώματα και από τότε δεν πέρασε ούτε μια μέρα που να μην το εξασκώ ως χόμπι, κάνοντας πειραματισμούς σε τοίχους με μαρκαδόρους και άλλα υλικά. Αργότερα βρέθηκα φοιτητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας όπου έκανα και το μεταπτυχιακό μου, με κατεύθυνση τη χαρακτική και το εργαστήριο Εικονογράφησης/Κινουμένων Σχεδίων με καθηγητή τον Μιχάλη Αρφαρά και μέχρι σήμερα συνεχώς εξελίσσομαι».
Πριν έρθω στη συνάντηση, έκανα μια αναζήτηση στο διαδίκτυο για να ανακαλύψω κι άλλα έργα του πριν από το γκράφιτι για την Τζωρτζίνα. Και βρήκα. Τοπία από κόσμους φανταστικούς, πλάσματα φερμένα από άλλους πλανήτες και ονομασίες όπως «Last Hope» («Τελευταία Ελπίδα»), «Always Human» («Πάντα Άνθρωπος»), «The Journey» («Το Ταξίδι») και συμμετοχές του σε φεστιβάλ και εκθέσεις στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Αλήθεια, τι επιδιώκει να εκφράσει μέσα από αυτά και πόσο διαδεδομένο είναι στην Ελλάδα το γκράφιτι;
«Άλλοτε με έργα γκράφιτι και άλλοτε μέσα από έργα τέχνης σε καμβά, θέλω να αποτυπώνω με τη δική μου ματιά αυτά που συμβαίνουν γύρω μας και τον άνθρωπο στην ολότητά του, ακόμη και τα ζωώδη ένστικτά του, που συνυπάρχουν στην ύπαρξή του και τροφοδοτούνται από την κοινωνία, με τη μορφή που παρουσιάζει σήμερα. Η μεγάλη αντίφαση είναι ότι πρόκειται για τα ίδια ένστικτα, που την ίδια στιγμή η ίδια η κοινωνία προσπαθεί να τα πνίξει. Όλα αυτά προσπαθώ να τα εκφράζω και με τα κατάλληλα χρώματα που συνδυάζω μεταξύ τους δημιουργώντας ασυνήθιστες αποχρώσεις.
»Αυτή τη στιγμή η τέχνη του γκράφιτι στην Ελλάδα έχει φτάσει σε πάρα πολύ καλό επίπεδο. Έχουμε δημιουργήσει τόσες πολλές τοιχογραφίες, που ένας τουρίστας μπορεί να μην τις έχει δει ούτε στη χώρα του! Περπατάς και βλέπεις σχεδόν παντού γκράφιτι και με την πάροδο του χρόνου αποκτάς σταδιακά εικαστική παιδεία. Και να ξεκαθαρίσω ότι είναι άλλο το γκράφιτι και άλλο η τέχνη του δρόμου γενικότερα. Είναι κάτι εντελώς διαφορετικό το να γράφεις ένα σύνθημα ή να ζωγραφίζεις κάτι πολύ απλό και άλλο να δημιουργείς έργα με νόημα, τα οποία χρειάζονται περισσότερες αναγνώσεις για να ερμηνευτούν ολοκληρωμένα. Ακριβώς όπως και το έργο για την Τζωρτζίνα, που όσο περισσότερο το κοιτάς, τόσα περισσότερα νοήματα ανακαλύπτεις…».
Ρίχνω άλλη μια ματιά στο χώρο που βρισκόμαστε όση ώρα διαρκεί η κουβέντα μας. Τριγύρω μας τοιχογραφίες και γκράφιτι με άπειρα σχέδια, χρώματα και πρωταγωνιστές που σου δίνουν την εντύπωση ότι σου μιλάνε και έχουν να σου πουν πολλά.
Λίγο πριν κάνουμε μεταβολή και πάρουμε το δρόμο της επιστροφής, στρέφω ξανά το βλέμμα μου στο γκράφιτι της Τζωρτζίνας και τα βλέμματά μας διασταυρώνονται. Τότε φέρνω ξανά στο μυαλό μου τη διαδικτυακή ανάρτηση που έκανε ο «Devoidness» πριν από κάποιες ημέρες μετά την ολοκλήρωση του συγκεκριμένου έργου, που ήταν και η αφορμή για να πραγματοποιηθεί αυτή η συνάντηση.
«Η δικαιοσύνη ανέκαθεν μας παρατηρούσε, με αυτή την ματιά, και περίμενε να ανακαλύψουμε την αλήθεια. Το μόνο που μένει είναι να προσέξουμε να μην της δέσουμε τα μάτια…».
Ένας καλλιτέχνης που δεν αποκαλύπτει την ταυτότητά του, για να αφήνει τα έργα του να μιλούν αντί γι’αυτόν. Μάλιστα, δεν είναι απίθανο να βρεθεί κανείς αντιμέτωπος με κάποιο από αυτά, περπατώντας στους δρόμους διαφόρων πόλεων της Ελλάδας ή στις εκδηλώσεις που θα πραγματοποιηθούν εντός του Μαΐου (2ο Φεστιβάλ Street Art του Δήμου Βύρωνα στις 28-29, Έκθεση Αποφοίτων στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας), όπου θα βρίσκεται παρών και ο ίδιος.
Και ίσως, αν κάποιος σταθεί αρκετά τυχερός, κάπου εκεί ανάμεσα στις στιγμές, όταν ο «Devoidness» θα ανακατεύει τα χρώματα με τα πιο περίεργα υλικά που μπορεί κανείς να φανταστεί, να υπάρξει η ευκαιρία να του αποκαλυφθεί και το δικό του πρόσωπο…