Η Χριστίνα Μανιά μιλάει για το νέο της βιβλίο «Τσάι από μέντα» – Μια ιστορία για γυναίκες μπροστά από την εποχή τους
Μια ιστορία που ξεκινάει από το 1918 και φτάνει μέχρι το σήμερα, με γεύσεις κι αρώματα από την Τυνησία, την Ελλάδα, το Παρίσι, τη Βουργουνδία και τη Μαύρη Αφρική. Γυναίκες που τις ενώνει η αγάπη, η αλληλοϋποστήριξη και η εσωτερική τους δύναμη για να ξεπερνούν κάθε εμπόδιο και να καταφέρνουν να φτάνουν μακριά, στα μονοπάτια όπου κατοικούν τα μεγαλύτερά τους όνειρα.
Η συγγραφέας, Χριστίνα Μανιά, μιλάει στο lifesharing.gr με αφορμή την κυκλοφορία του νέου της βιβλίου «Τσάι από μέντα», όπου ξετυλίγεται μια συναρπαστική πλοκή με επίκεντρο γυναίκες δυνατές, μπροστά από την εποχή τους, που διεκδικούν τα θέλω τους και τη ζωή τους με πάθος, χωρίς συμβιβασμούς και πρέπει.
Συνέντευξη στη Βίκυ Καλοφωτιά
Τι ήταν αυτό που πυροδότησε την επιθυμία σας να γράψετε το νέο σας μυθιστόρημα «Τσάι από μέντα»;
Αυτό που είχε πυροδοτήσει την επιθυμία μου εδώ και πολλά χρόνια ήταν ένα σημαντικό κομμάτι από τη ζωή της γιαγιάς μου. Όταν ήταν τριών χρονών, επειδή οι γονείς της είχαν υποστεί μια μεγάλη οικονομική καταστροφή κι είχαν κι άλλα τρία παιδιά, την έστειλαν από την Αθήνα στην Τυνησία να ζήσει κοντά στον πλούσιο εργένη θείο της και στη γιαγιά της.
Το γεγονός μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση από τότε που ήμουν παιδί και πάντα έλεγα πως κάποια μέρα θα γράψω αυτή την ιστορία. Όλο το σκεφτόμουν και το δούλευα στο κεφάλι μου αλλά δεν το έπαιρνα απόφαση. Μέχρι που τελικά το πήρα. Δεν ξέρω το γιατί. Ενδεχομένως να είχε πλέον ωριμάσει αρκετά μέσα μου. Ξεκίνησα βεβαίως ορμώμενη από την περιπέτεια της γιαγιάς μου αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για τη βιογραφία της γιαγιάς μου. Είναι μυθιστόρημα με τα μυθοπλαστικά στοιχεία να υπερτερούν.
Ποιο είναι το μήνυμα που επιδιώκετε να μεταφερθεί σε κάθε γυναίκα που θα το διαβάσει;
Για να πω την αλήθεια δεν είχα ποτέ πρόθεση να περάσω κάποιο μήνυμα. Ήθελα απλώς να πω μια ιστορία. Ήθελα να ταξιδέψω τους αναγνώστες στον χρόνο και στον χώρο. Η ιστορία ξεκινάει από το 1918 και φτάνει μέχρι το σήμερα, περνώντας από διάφορες χώρες. Έχει γεύσεις κι αρώματα από την Τυνησία, την Ελλάδα, το Παρίσι, τη Βουργουνδία, τη Μαύρη Αφρική και πάει λέγοντας.
Υπάρχει κάποιο «χρυσό νήμα» που ενώνει τις ιστορίες όλων των γυναικών που εμφανίζονται στις σελίδες του;
Καταρχάς όλες, πλην μιας, μοιράζονται το ίδιο αίμα, ξεκινάμε από την προ-προ γιαγιά και φτάνουμε στην τρισέγγονη. Αυτό είναι το βιολογικό «χρυσό νήμα» και το πιο προφανές. Αυτό όμως που πραγματικά τις ενώνει είναι κυρίως η αγάπη που μοιράζονται μεταξύ τους, η αλληλοϋποστήριξη, και η εσωτερική τους δύναμη. Είναι όλες πολύ μπροστά από την εποχή τους με τα καλά και τις δυσκολίες που μπορεί να σημαίνει αυτό.
Με ποια από τις χάρτινες ηρωίδες σας νιώθετε να ταυτίζεστε ιδιαίτερα;
Με όλες και με καμία. Πραγματικά δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποια. Όλες αποτελούνται από ένα συνονθύλευμα στοιχείων και χαρακτηριστικών είτε δικών μου είτε γυναικών που έχουν παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή μου. Από την άλλη όμως καμία δεν είναι αμιγώς είτε εγώ είτε κάποιο δικό μου πρόσωπο.
Ποια σκηνή από όσα περιγράφετε, σας προκαλεί έντονα συναισθήματα κάθε φορά που τη διαβάζετε εκ των υστέρων;
Όλες οι σκηνές που περιγράφουν απώλειες αγαπημένων προσώπων με ταλάνισαν γιατί με έφεραν αντιμέτωπη για μια ακόμη φορά με τις δικές μου απώλειες. Όταν τις έγραφα, ζορίστηκα πολύ. Θυμήθηκα, αναπόλησα, θύμωσα κι έκλαψα ξανά. Εντούτοις λειτούργησε και λίγο σαν κάθαρση όλο αυτό. Γράφοντας για πράγματα που βασάνιζαν κι εμένα για χρόνια, κάπως σαν να λυτρώθηκα. Μετατρέποντας το συναισθηματικό φορτίο που κουβαλούσα μέσα μου σε κάτι δημιουργικό και ταξιδιάρικο ένιωσα πιο ανάλαφρη.
Ως γυναίκα, που γράφετε για τις γυναίκες, πώς και με ποια εφόδια πιστεύετε ότι χρειάζεται πλέον να «ατσαλώνεται» μια γυναίκα, για να προχωράει στη ζωή της, αντιμετωπίζοντας τις δυσκολίες;
Νομίζω πως όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως φύλου πρέπει να «ατσαλώνονται» με εφόδια για να προχωράνε στη ζωή τους. Για μένα το μεγαλύτερα εφόδια με τα οποία μπορεί να ατσαλωθεί ένας άνθρωπος είναι η αγάπη, η γνώση κι η ενσυναίσθηση. Κατά τη γνώμη μου, αν κάποιος εισπράττει και μυείται και στα τρία εξ’ απαλών ονύχων θωρακίζεται για όλη του τη ζωή. Γίνεται ένας ισορροπημένος, εσωτερικά ελεύθερος άνθρωπος, απαλλαγμένος από ανασφάλειες, μισαλλοδοξία και φθόνο.
Υπάρχει κάποια «συνταγή» που μπορεί να καθηλώσει έναν αναγνώστη στις σελίδες ενός βιβλίου, ενώ γύρω του κυριαρχεί το διαδίκτυο;
Δεν νομίζω πως υπάρχει κάποια «συνταγή». Αν υπήρχε θα είχαμε πολλούς περισσότερους αναγνώστες σε παγκόσμιο επίπεδο. Το μόνο που θα πρότεινα εγώ είναι να έρχεται κανείς σε επαφή με τα βιβλία από πολύ μικρή ηλικία. Και πάλι όμως το θέμα δεν είναι μόνο να αγοράζει ο γονιός στο παιδί του βιβλία και να το πιέζει να τα διαβάσει με το ζόρι, αλλά να γίνεται κι ο ίδιο παράδειγμα προς μίμηση. Τα παιδιά είναι μιμητικά όντα κι είναι πολύ σημαντικό να βλέπουν τους γονείς του να διαβάζουν. Είναι κάτι που καταγράφεται κι εντυπώνεται στον εγκέφαλό τους.
Έχετε, επίσης γράψει και παιδικά βιβλία. Για ποιο από τα δύο είδη συγγραφής χτυπάει η καρδιά σας λίγο παραπάνω;
Η καρδιά μου χτυπάει για τα βιβλία γενικά. Δεν μπορώ να κάνω τον διαχωρισμό.
Κάνετε ήδη σχέδια για το επόμενο βιβλίο σας;
Στο κεφάλι μου ναι. Στην πράξη όχι. Δεν έχω ακόμη απογαλακτιστεί πλήρως από το τωρινό μου μυθιστόρημα. Χρειάζομαι μια περίοδο εσωτερικής αγρανάπαυσης μέχρι να έρθει η ώρα να βλαστίσει ο επόμενος σπόρος. Συν τοις άλλοις η δουλειά μου ως μεταφράστρια αφενός παίρνει πολύ από τον χρόνο μου κι αφετέρου καλύπτει σε μεγάλο βαθμό το δημιουργικό μου κομμάτι.
*Το μυθιστόρημα της Χριστίνας Μανιά «Τσάι από μέντα» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός