Πώς το οδοιπορικό μιας καταπιεσμένης νοικοκυράς έγινε έμπνευση για μια ολόκληρη χώρα!
Της Βίκυς Καλοφωτιά
Η Su Min δεν πίστευε ποτέ ότι μια μέρα θα ένιωθε τόσο ελεύθερη. Τελικά είχε καταφέρει να αποκτήσει ξανά μόνο για τον εαυτό της, το άσπρο Volkswagen που είχε αγοράσει στο παρελθόν με τα χρήματα που κέρδισε δουλεύοντας για δύο χρόνια σε σούπερ μάρκετ. Πλέον δεν χρειαζόταν να ανησυχεί ότι ο σύζυγός της θα της αρπάξει τα κλειδιά του αυτοκινήτου με τη βία, αλλά ούτε και υπήρχε πια λόγος για να ασχοληθεί με κάποιον που θα τη βομβάρδιζε συνεχώς με οδηγίες και ειρωνικά σχόλια, καθώς εκείνη οδηγούσε.
Τώρα θα μπορούσε επιτέλους ακόμη και να φάει ό, τι λαχταρούσε η ψυχή της, γιατί μέχρι τότε έπρεπε πάντα να μαγειρεύει τα φαγητά που άρεσαν μόνο σε εκείνον. Τώρα γευόταν κάθε μέρα και μια καινούρια γεύση, που άρεσε σε εκείνη, ρίχνοντας άφοβα στην κατσαρόλα γενναίες δόσεις από κόκκινο πιπέρι και τσίλι, που εκείνος σιχαινόταν.
Ήταν το πρωί της 20ής Σεπτεμβρίου πριν από ένα χρόνο, όταν η Su Min έβγαλε το αυτοκίνητό της από το υπόγειο γκαράζ και είδε μέσα από τον μπροστινό καθρέφτη του αυτοκινήτου το σπίτι της, να χάνεται στον ορίζοντα, όσο εκείνη απομακρυνόταν από την μέχρι τότε ζωή της. Βγήκε από την πύλη του συγκροτήματος κατοικιών, συγχωνεύτηκε με την κίνηση στον κεντρικό δρόμο και μπήκε στον αυτοκινητόδρομο, οδηγώντας όλο και πιο γρήγορα μέχρι να φύγει από την πόλη Zhengzhou, στην επαρχία Henan της κεντρικής Κίνας. Από εκείνη τη στιγμή δεν ήταν πλέον σύζυγος, μητέρα, κόρη ή γιαγιά -τώρα ήταν απλώς ένας ταξιδιώτης που ξεκινούσε για το πιο μεγάλο ταξίδι απ’όλα: το ταξίδι της προς την ελευθερία. Στα 56 της χρόνια.
Με τη βοήθεια των βίντεο που τραβούσε από τη διαδρομή της και τα δημοσίευε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το ταξίδι της έγινε σύντομα σύμβολο θάρρους για πολλές γυναίκες που μέσω της οθόνης του υπολογιστή παρακολουθούσαν λεπτό προς λεπτό το κάθε της βήμα. Γυναίκες που και οι ίδιες ένιωθαν παγιδευμένες σε καταθλιπτικούς γάμους, εμπνεύστηκαν από την γενναιότητα της Su Min. Άλλες αναγνώρισαν σε εκείνη, τη δυστυχία των δικών τους μητέρων, που σηκώνουν στους ώμους τους αδιαμαρτύρητα τις αμέτρητες υποχρεώσεις που τους επιβάλλουν οι άγραφοι νόμοι της κινεζικής κοινωνίας. Και άλλες εκπλήσσονταν με το ότι μια γυναίκα στην ηλικία της, που συμβόλιζε το στερεότυπο πρότυπο μιας σταθερής οικογενειακής ζωής, θα επέλεγε τελικά τη δική της ευτυχία χωρίς να την νοιάζει τι θα πουν οι άλλοι.
Για ένα μεγάλο μέρος της ζωής της Su Min, οι περιορισμοί και ο στερήσεις ήταν κάτι συνηθισμένο, που πήγαινε μαζί με το ότι ήταν γυναίκα στην επαρχία της Κίνας. Όταν ήταν παιδί, έβλεπε τα δύο μικρότερα αδέλφια της να τρέχουν στις πλαγιές του Qamdo στην Αυτόνομη Περιοχή του Θιβέτ και έπρεπε να αντισταθεί στην παρόρμησή της να τους ακολουθήσει, γιατί ήταν γυναίκα και έπρεπε να ασχοληθεί με τις δουλειές του σπιτιού και το νοικοκυριό. Όταν παντρεύτηκε, υπέμενε σιωπηλά την αδιαφορία και τη βία του συζύγου της, ώστε η κόρη της να μεγαλώσει σε ένα σπίτι έχοντας καθημερινά στη ζωή της και τους δύο γονείς της. Όταν η κόρη της αποφοίτησε από το κολέγιο και έφερε στο σπίτι το σύντροφό της, δεν έβγαλε άχνα για να μην την ντροπιάσει. Όταν γεννήθηκαν τα δύο εγγόνια της, ανέλαβε εξ ολοκλήρου την ευθύνη της φροντίδας τους.
Ήταν μετά από αρκετό καιρό, όταν ένα χειμωνιάτικο απόγευμα, που σέρφαρε στο διαδίκτυο, έκανε τυχαία κλικ σε έναν σύνδεσμο που την οδήγησε σε μια ανάρτηση ενός ιστολογίου, στην οποία κάποιος μοιράστηκε τις εμπειρίες του σχετικά με το οδικό ταξίδι που έκανε μόνος του. Τότε ήταν που η Su Min είδε ξαφνικά να λάμπει, το αχνό φως μιας ελπίδας. Δεν είχε σκεφτεί ποτέ μέχρι τότε, ότι κάτι τέτοιο ήταν δυνατό. «Μπορώ να το κάνω κι εγώ αυτό!», ήταν η σκέψη που πέρασε ξαφνικά από το μυαλό της.
Ετοίμαζε ήσυχα την αναχώρησή της για σχεδόν ένα ολόκληρο έτος. Εξωτερικά, έδινε την εντύπωση ότι ήταν ακόμη η γιαγιά και μητέρα και σύζυγος που παρέμενε αφοσιωμένη στα καθήκοντά της αλλά μέσα της κατέστρωνε το πιο θαρραλέο σχέδιο. Ένα σχέδιο που θα της χάριζε την πολυπόθητη ελευθερία. Ένα χρόνο μετά, έχοντας φορτώσει στο αυτοκίνητο όλα όσα θα χρειαζόταν για να ξεκινήσει το ταξίδι της, έβαλε μπρος τη μηχανή και έφυγε. Το πορτμπαγκάζ ήταν γεμάτο με φαγητό, παγούρια με νερό, δοχεία και ταψιά, ενώ στο πίσω κάθισμα είχε αποθηκεύσει βαλίτσες με μάλλινες ζακέτες και ζεστά ρούχα, ένα μικρό ψυγείο, μια ηλιακή μπαταρία και ένα ασύρματο GPS.
Από την πόλη Zhengzhou οδήγησε δυτικά, πρώτα προς τη Sanmenxia, μια πόλη κατά μήκος του Κίτρινου ποταμού και στη συνέχεια στην Ξιάν. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, πέρασε νύχτες σε άδειους χώρους στάθμευσης, δωρεάν κάμπινγκ για αυτοκίνητα ή ακόμα και σε πρατήρια καυσίμων κατά μήκος του αυτοκινητόδρομου. Και όλα τα κατέγραφε σε βίντεο και μοιραζόταν την εμπειρία της με τους ακόλουθούς της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Μέσα σε ένα μήνα από τότε που έφυγε από το σπίτι, είχε οδηγήσει πάνω από 1.000 χιλιόμετρα, γέμισε το ντεπόζιτο του αυτοκινήτου άπειρες φορές και της αφαιρέθηκαν εννέα βαθμοί από την άδεια οδήγησης για διάφορες παραβιάσεις, αλλά επίσης χαμογέλασε όσο δεν είχε χαμογελάσει ποτέ από τότε που παντρεύτηκε! Η εποχή που η ίδια έπασχε από κατάθλιψη, ανήκε πια στο μακρινό παρελθόν.
Επόμενος προορισμός της η πόλη Kunming, μετά η Lijiang, το Dali και το Χαϊνάν, η νοτιότερη επαρχία της Κίνας. Στη συνέχεια σκοπεύει να κάνει κάμπινγκ στήνοντας τη σκηνή της δίπλα στη λίμνη Erhai και να κοιμάται ακούγοντας τα πουλιά.
Δεν έχει σκεφτεί ποια θα είναι η ημερομηνία επιστροφής της, ούτε έχει ακόμη αποφασίσει ποια θα είναι τα σχέδιά της για το μέλλον. Το μόνο πράγμα για το οποίο είναι σίγουρη είναι η κατεύθυνσή της: Θα οδηγήσει το μικρό της Polo με κατεύθυνση το ζεστό νότο. Κι από εκεί κι έπειτα όλα απλώνονται μπροστά της καθώς θα ξεκινά το νέο κεφάλαιο της ζωής της. Και ένα είναι σίγουρο: επιστρέφοντας, τίποτα δεν θα είναι πια το ίδιο…