Ελληνίδα η μπαλαρίνα με την πιο απίθανη ιστορία ζωής!
Της Βίκυς Καλοφωτιά
«Γίνε χορευτής! Οι χορευτές δεν γερνούν ποτέ. Μαθαίνουμε στη δουλειά μας ότι αυτό που έχει σημασία, είναι απλώς να συνεχίζεις. Να συνεχίζεις κι ας φαίνονται όλα μάταια. Να συνεχίζεις μέχρι να τα καταφέρεις…», ήταν όσα είχε εκμυστηρευτεί σε μία από τις συνεντεύξεις που είχε παραχωρήσει πριν από κάποια χρόνια. Είναι η ίδια γυναίκα για την οποία ο γερμανικός Τύπος έχει αφιερώσει άπειρες σελίδες χαρακτηρίζοντάς την ως «το φαινόμενο Ζωρζέτ».
Το όνομα της Ζωρζέτ Τσιγγιρίδη, έχει ταυτιστεί με αυτό που λάτρεψε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στη ζωή της, το μπαλέτο, για το οποίο έδωσε για πάνω από επτά δεκαετίες το μεγαλύτερο κομμάτι της ψυχής της διαπρέποντας στις σπουδαιότερες σκηνές χορού της Ευρώπης. Παρίσι, Λονδίνο, Γερμανία ήταν μόνο κάποιες από τις στάσεις που έκανε από την ηλικία των επτά ετών, όταν ανακάλυψε τη μαγεία του μπαλέτου ξεκινώντας χορό στο συντηρητικό προπολεμικό Μπαλέτο της Στουτγάρδης, έχοντας μέσα στη βαλίτσα της τις πουέντ στην απόχρωση του ροζ και του μπεζ, το πείσμα και το μεγάλο όνειρο να κατακτήσει τον κόσμο.
Η μικροκαμωμένη έφηβη, που μέσα της κυλούσε το τσαγανό και η τόλμη -τα οποία είχε κληρονομήσει από τον Έλληνα πατέρα της- αλλά και η φινέτσα και οι εκλεπτυσμένοι τρόποι από την πλευρά της Γερμανίδας μητέρας της, είχε βαλθεί να ξεχωρίσει, βάζοντας στοίχημα με τον εαυτό της ότι δεν θα συμβιβαζόταν με τίποτα λιγότερο από την απόλυτη επιτυχία. Και η ζωή δεν άργησε να ανταμείψει την ακλόνητη θέληση, την επιμονή και τις ατέλειωτες ώρες χορού που αφιέρωνε απλόχερα, προκειμένου να τελειοποιήσει το κάθε της βήμα. Έτσι, όταν το ημερολόγιο έδειχνε 1945 κι εκείνη γιόρτασε τα δεκαεπτά της χρόνια, ήρθε η στιγμή που πάντα περίμενε! Έκλεισε το πρώτο της συμβόλαιο στο Μπαλέτο της Στουτγάρδης ως επαγγελματίας πλέον μπαλαρίνα και το μεγαλύτερό της όνειρο άρχισε να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια της σαν το πιο όμορφο και σπάνιο παραμύθι!
Όμως, όπως σε κάθε παραμύθι, υπάρχουν και εκείνες οι στιγμές που σε κάποια γωνιά του δρόμου, εκεί που περπατάς αμέριμνος και θεωρείς ότι όλα έχουν πάρει το δρόμο τους, ξαφνικά εμφανίζονται μπροστά σου οι «δράκοι» με τη μορφή δυσκολιών. Οι στιγμές εκείνες, που, είτε σε κάνουν να «χάνεις κάτω από τα πόδια σου τη γη» ή σου δίνουν την ευκαιρία να αποδείξεις ότι, ναι, είσαι αγωνιστής και ότι, όχι, δεν είσαι φτιαγμένος από «ζάχαρη» όπως πολλοί ίσως να πίστευαν μέχρι εκείνη τη στιγμή, αλλά αντιθέτως έχεις τα κότσια να δώσεις τη μάχη σου! Και η Ζωρζέτ σίγουρα δεν ήταν από εκείνους που τα παρατάνε, ακόμη κι αν το ύψος και η σωματική της διάπλαση δημιουργούσαν ίσως άλλη εντύπωση.
«Η μητέρα μου, η Μαρί Λουίζ Φόγκελ, πέθανε όταν ήμουν τεσσάρων ετών και ο πατέρας μου, ο Χρήστος Τσιγγιρίδης, επέστρεψε στην πατρίδα μας, την Ελλάδα αμέσως μετά, προσπαθώντας να ξεπεράσει τη θλίψη του. Εκεί, στη Θεσσαλονίκη, δημιούργησε τον πρώτο ραδιοφωνικό σταθμό στην Ελλάδα, το “Ράδιο Τσιγγιρίδη”, που εξέπεμπε από τον Λευκό Πύργο. Η γιαγιά μου ήταν αυτή που μεγάλωσε εμένα και την αδερφή μου, την Ελάια και έτσι από μικρές έπρεπε να παλέψουμε μόνες για όλα» έχει δηλώσει. Τα μάτια της βουρκώνουν, όταν μιλάει για τα παιδικά της χρόνια και στο μυαλό της έρχονται αναμνήσεις από το χαμό της μητέρας της και τη φυλάκιση του πατέρα της από τους ναζί -στον πόλεμο που ξέσπασε αργότερα στην Ελλάδα- επειδή τον πέρασαν για κατάσκοπο εξαιτίας του γάμου του με τη Γερμανίδα μητέρα της.
«Επικοινωνούσαμε με γράμματα. Δεν τον είδαμε ποτέ ξανά, γιατί πέθανε αμέσως μετά τον πόλεμο» αποκαλύπτει σήμερα η σπουδαία αυτή άνθρωπος και χορεύτρια, η οποία δεν επαναπαύτηκε ποτέ στις δάφνες της επιτυχίας της και έθετε συνεχώς νέους στόχους. Ένας από τους πιο σημαντικούς σταθμούς στη λαμπερή καριέρα της ήταν και η συνεργασία της με τον διάσημο Νοτιοαφρικανό χορογράφο, Τζον Κράνκο, δίπλα στον οποίο η καταξιωμένη μπαλαρίνα έμαθε να καταγράφει κλασικά έργα μπαλέτου σε ένα ειδικό πεντάγραμμο προσαρμοσμένο στις ανάγκες του συγκεκριμένου χορού, το λεγόμενο σύστημα «Benesh Movement Notation» γνωστό και ως «χορολογία». Μάλιστα η ίδια υπήρξε η πρώτη χορολόγος στη Γερμανία, αφότου απέκτησε και το σχετικό πτυχίο και αμέσως μετά το θάνατο του συνεργάτη της συνέχισε τη μέθοδο διδασκαλίας του στη «Σχολή Κράνκο», η οποία ήδη λειτουργούσε στη Στουτγάρδη ως Ανώτατη Κρατική Σχολή Μπαλέτου.
Δεν τελειώνει όμως ποτέ κάτι που αγαπάς πολύ και κάτι που αγαπάς πραγματικά, ούτε όταν νιώθεις το σώμα σου να μην σε υπακούει πια όπως παλιά. Μπορεί το σώμα να χαμηλώνει τους ρυθμούς και τα βήματα να γίνονται πιο αργά, πιο νωχελικά και με λιγότερη σταθερότητα από ό,τι πριν, αλλά σίγουρα η φλόγα στην ψυχή παραμένει το ίδιο εκτυφλωτική, δυνατή και έντονη, όπως όταν ξεκινούσες. Εκτυφλωτική και έντονη και ικανή να εμπνεύσει κι άλλους να συνεχίσουν να την διατηρούν έτσι, όσα χρόνια κι αν περνούν. Όπως ακριβώς και η φλόγα της Ζωρζέτ Τσιγγιρίδη, που το 2015 γιόρτασε τα εβδομήντα χρόνια προσφοράς στο Μπαλέτο της Στουτγάρδης και πριν από τέσσερα χρόνια αποθήκευσε τις πουέντ της στο συρτάρι και αποχώρησε από την ενεργό δράση παραδίδοντας τη σκυτάλη στις επόμενες γενιές των χορευτριών.
«Η Ελλάδα είναι παντού και είναι τα πάντα για εμένα. Ο ήλιος, η μουσική, ο χορός της πατρίδας μου είναι κάθε στιγμή μέσα στην καρδιά μου κι ας βρίσκομαι μακριά της», έχει πει με δηλώσεις της σε ξενόγλωσσα μέσα ενημέρωσης συμπληρώνοντας πως «οι Έλληνες δεν είναι άνθρωποι που αρκούνται μόνο στο να απολαμβάνουν τον καφέ τους αλλά είναι επαγγελματίες και έξυπνοι και συνεπείς».
Ναι, φυσικά και υπάρχουν και τέτοιοι Έλληνες! Ευτυχώς που υπάρχουν! Και η διάσημη αυτή μπαλαρίνα, με την αγέραστη ψυχή, τη λιακάδα στην καρδιά και το αστείρευτο πάθος για το χορό, γνωστή και ως «το φαινόμενο Ζωρζέτ», είναι σίγουρα μία από αυτούς! Χωρίς καμία απολύτως αμφιβολία!