Tantrum: Τα ξεσπάσματα οργής των παιδιών και η αντιμετώπιση
Καταρχήν, ας ορίσουμε τι ακριβώς είναι το tantrum. Η εκάστοτε αντίδραση του παιδιού σε κάθε δική μας οδηγία, πρόταση ή πράξη, δεν είναι tantrum. Όπως επίσης, και το κάθε ξέσπασμα θυμού ή κλάματος. Για να ορίσουμε κάποιο θερμό επεισόδιο ως tantrum πρέπει να είμαστε σε θέση να διακρίνουμε την κλιμάκωση των συναισθημάτων του παιδιού. Πολύ συχνά μια απλή άρνηση του γονέα θα πυροδοτήσει την αντίδραση του νηπίου, αλλά χρειάζεται να εξακολουθήσει η αρνητική στάση του γονέα ώστε να εξελιχθεί σε tantrum, δηλαδή το παιδί να φτάσει σε κατάσταση υστερίας. Όσο συχνότερα επαναλαμβάνονται τέτοια επεισόδια, τόσο πιο εύκολα θα κορυφώνεται η εκάστοτε κρίση και θα εξελίσσονται τα ξεσπάσματα θυμού. Τόσο πιο εύκολα το παιδί θα παθαίνει υστερικό επεισόδιο σε κάθε αφορμή.
Σημάδια πως αντιμετωπίζουμε tantrum είναι συνήθως το νήπιο να ουρλιάζει, να κλαίει μέχρι υστερίας, να ξαπλώνει στο πάτωμα, να χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο, να χτυπάει μανιωδώς τον γονέα ή κάποιο αντικείμενο, να αδυνατεί να ακούσει το οτιδήποτε εκείνη τη στιγμή. Επίσης, το tantrum χαρακτηρίζεται από την ξαφνική έλευση του, τη χρονική διάρκεια του και τη βιαιότητα του. Η αφορμή μπορεί να είναι απλή. Τόσο απλή, όπως το να πάρει κάτι ο γονέας από τα χέρια του παιδιού, να του βάλει το νερό που μόλις ζήτησε στο λάθος μπλε ποτήρι ή να του βάλει τις κάλτσες. Όμως, υποκρύπτει συνήθως βαθύτερες αιτίες, όπως
– γενικότερη αδιαφορία του γονέα στα θέλω του παιδιού,
-μη αποδοχή των συναισθηματικών του αναγκών του,
-ένα παιδί που δεν έχει αρκετό χώρο στη λήψη απλών, συμβατών με την ηλικία του αποφάσεων που αφορούν το ίδιο,
-ένα γονέα καταπιεστικό, περισσότερο στο ρόλο του ηγέτη παρά του καθοδηγητή, παρεμβατικό στην αυτο-οριοθέτηση του παιδιού,
-ή ένα γονέα υπερβολικά υποχωρητικό, που έχει δώσει στο παιδί ευθύνες ασύμβατες με την ηλικία του.
Δεύτερον, ας δούμε πόσο φυσιολογικό είναι να συμβαίνει, ιδιαίτερα στις ηλικίες 2 – 3 ετών. O λόγος είναι ακόμη ιδιαίτερα περιορισμένος, με αποτέλεσμα το νήπιο να μην μπορεί να περιγράψει επιτυχώς τα θέλω του, οι γονείς να αδυνατούν να καταλάβουν και το νήπιο να αισθάνεται απογοητευμένο, θλιμμένο και συγχυσμένο, κι επομένως να αντιδρά αυθόρμητα και βίαια, με χειρονομίες ή ουρλιαχτά, αφού η λεκτική επικοινωνία του είναι ανεπαρκής. Επιπλέον, σε αυτές τις ηλικίες ο εγκέφαλος του παιδιού δεν είναι ακόμη σχηματισμένος πλήρως. Τα φυσικά ένστικτα και μέρη του εγκεφάλου όπως η αμυγδαλή, που είναι πλήρως σχηματισμένα, αναλαμβάνουν τον πρώτο ρόλο στις αντιδράσεις, ενώ άλλα, όπως οι μετωπιαίοι λοβοί και ο προμετωπιαίος φλοιός, υπεύθυνα για τον έλεγχο των παρορμήσεων και την εμπρόθετη συμπεριφορά, αργούν ακόμη να σχηματιστούν.
Ωστόσο, όσο φυσικό και βιολογικά αναμενόμενο είναι να υπάρχουν αυτές οι αντιδράσεις στις νηπιακές ηλικίες, ας σημειώσουμε πως δεν αποτελούν αναπτυξιακό στάδιο, δηλαδή δεν είναι μια κατάσταση που θα αντιμετωπίσουν ούτως ή άλλως όλοι οι γονείς. Σε μεγάλο ποσοστό η εμφάνιση των tantrum έχει να κάνει με τη σύνδεση που υπάρχει με τον γονέα, το δεσμό του με το παιδί, και τη διάθεση του να ακούσει, να συνεργαστεί και να ασχοληθεί να βρει τον λόγο της εκάστοτε αντίδρασης του παιδιού, και όχι απλώς να σταματήσει το tantrum ή να αποφύγει την εκάστοτε αφορμή του ξεσπάσματος.
Λανθασμένες συμβουλές
– Αγνόησέ το.
– Της ηλικίας είναι, θα περάσει.
– Χρειάζεται όρια.
– Αν δεν το τιμωρήσεις, θα σε κάνει ό,τι θέλει.
– Ε αφού το θέλει τόσο, δώστου το, να ησυχάσουμε.
– Πείσματα κάνει, για να περάσει το δικό του.
Η παραφιλολογία γύρω από την αντιμετώπιση των tantrum ποικίλλει,
και συνήθως κατευθύνεται από τον ενδόμυχο φόβο κάθε γονέα:
μη γίνει το παιδί του κακομαθημένο…
Το να αγνοήσεις ένα παιδί που βρίσκεται σε κρίση, απλώς του δείχνει πως κανείς δεν ενδιαφέρεται για αυτό και τις επιθυμίες του. Αν ο γονέας μείνει μόνο στην εντύπωση πως είναι φυσιολογική η κρίση που περνάει το παιδί του, δεν το βοηθά να μάθει να αντιμετωπίζει τα συναισθήματά του. Τα όρια, ένα ανεξάντλητο κεφάλαιο συζήτησης μεταξύ των ψυχολόγων, μαθαίνονται καλύτερα μέσω της μίμησης γονεϊκών συμπεριφορών, επομένως, έχει ιδιαίτερη σημασία η στάση του γονέα κατά τη διάρκεια ενός tantrum.
Η τιμωρία επίσης δεν έχει νόημα, καθώς σε αυτήν την ηλικία (2-3) τα παιδιά δεν μπορούν να συνδέσουν την πράξη τους με την τιμωρία, και επομένως να διδαχθούν κάτι από αυτήν την τακτική. Ακόμη, το να καλύπτεται κάθε επιθυμία του παιδιού, ώστε να σταματήσει το ξέσπασμα, δεν προσφέρει τίποτα απολύτως στο παιδί, καθώς έτσι ο γονέας απαρνείται τη γονεϊκή του ευθύνη, αναθέτει στο παιδί ηγετικό ρόλο, μπερδευοντάς το, και αναπτύσσεται μια χειριστική σχέση μεταξύ τους.
Αν πάλι η έκρηξη του παιδιού αντιμετωπίζεται ως θέατρο ή πείσμα, τη στιγμή που εκείνο βιώνει μια πραγματική στιγμή κατάρρευσης, ο σπασμωδικός θυμός του θα φτάσει να ορίζει τη συμπεριφορά του απέναντί στον γονέα.
Σε κάθε περίπτωση απειλείται ο δεσμός γονέα – παιδιού. Η ασφάλεια του παιδιού διαταράσσεται, η εμπιστοσύνη προς τον γονέα δέχεται πλήγμα, ενώ το παιδί, όντας το ίδιο ανώριμο να αντιμετωπίσει την έκρηξη των συναισθημάτων του, νιώθει μοναξιά, απόγνωση, φόβο, με συχνό αποτέλεσμα τα ξεσπάσματα να αυξάνονται και να χειροτερεύουν, με αποκορύφωμα να απειλούν πλέον την αρμονία της οικογένειας. Φυσικά και υπάρχουν περιπτώσεις, κι αρκετές μάλιστα, όπου κάποια από αυτές τις συμβουλές μπορεί να λειτουργήσει και το νήπιο να σταματήσει τα ξεσπάσματα. Όμως, τα αποτελέσματα, όσο κι αν είναι άμεσα, είναι παροδικά, η αληθινή αιτία παραμένει κρυμμένη, και η ευκαιρία να βοηθηθεί το παιδί να αναπτύξει τόσο τις εγκεφαλικές διεργασίες, όσο και το δεσμό του με τον γονέα, χάνεται.
Ξαναβρίσκοντας τις ισορροπίες
Αντιμετωπίζοντας τα βίαια αυτά ξεσπάσματα μαζί με το παιδί μας, του δείχνουμε πως είμαστε δίπλα του, συμπαραστάτες σε κάθε του βήμα. Κάθε συναίσθημα είναι αποδεκτό και φυσιολογικό. Του δείχνουμε πώς να αντιμετωπίζει τις ματαιώσεις του και να χειρίζεται αποτελεσματικά την απώλεια και τη λύπη. Του μαθαίνουμε, μιμητικά, πως υπάρχει κι άλλος δρόμος αντιμετώπισης, εκτός από τις φωνές, τις χειρονομίες και τη βία.
Σε απλά βήματα
- Αποβάλλω τυχαίες σκέψεις (τι έπαθε πάλι, όλοι μας κοιτάνε, μα γιατί χτυπιέται κλπ) .
- Παραμένω δίπλα στο παιδί ήρεμος, δεκτικός, και συντονίζομαι με τη συναισθηματική του κατάσταση. Διατηρώ χαλαρή στάση.
- Πλησιάζω το παιδί, ερχόμενος στο ύψος του, ώστε να αποκτήσω βλεμματική επαφή.
- Διαβάζω την ανάγκη του παιδιού για σωματική επαφή.Αγγίζω το παιδί απαλά, μόνο αν το ίδιο θέλει. Κάποια παιδιά θέλουν αγκαλιά για να ηρεμήσουν, ενώ άλλα προτιμούν να έχουν τον χώρο τους. Αν το παιδί φωνάζει να φύγω, βρίσκομαι σε απόσταση, διατηρώντας, όμως, τη βλεμματική επαφή. Συνήθως το «φύγε, δε σε θέλω» σημαίνει «σε έχω ανάγκη, μείνε κοντά μου».
- Διατηρώ ανοιχτά τα χέρια μου, ήρεμη τη φωνή μου. Προσέχω τη στάση σώματός μου, να εμπνέει ασφάλεια και όχι φόβο.
- Αποδέχομαι πλήρως το συναίσθημά του.
- Αν το παιδί έχει καλή λεκτική επικοινωνία, το αφήνω να μιλήσει πρώτο.
Αν όχι, του κάνω ερωτήσεις που διευκολύνουν την επικοινωνία, χωρίς όμως να βγάζω συμπεράσματα.
Απευθύνομαι στο συναισθηματικό κομμάτι του παιδιού, κι όχι στο λογικό. - Βοηθάω το παιδί να διαχειριστεί το θυμό του, δείχνοντάς του το δρόμο, για παράδειγμα, ζητάω να με κοιτάξει στα μάτια, να πάρει βαθιά ανάσα.
- Μόλις επέλθει η ηρεμία, μπορώ να συζητήσω μαζί του σε λογικό επίπεδο.
- Αφήνω το παιδί να προτείνει λύση στο ενδεχόμενο πρόβλημα.
- Μετά το πέρας της κρίσης, μπορώ να του δείξω εναλλακτικούς τρόπους διαχείρισης του θυμού.
Τι αποφεύγουμε
- Αποφεύγω λέξεις κι εκφράσεις που μπλοκάρουν το συναίσθημα του παιδιού , όπως το «γιατί» και το «μην», καθώς και τους χαρακτηρισμούς (πχ, «είσαι κακό παιδί») , καθώς και απειλητικές χειρονομίες, όπως το κούνημα του δάκτυλου, τα χέρια στη μέση, κλπ.
- Αποφεύγω την αναφορά σε λογικές εξηγήσεις. Εκείνη την ώρα επικρατεί το συναίσθημα. Το παιδί, λοιπόν, δεν το ενδιαφέρει να ακούσει την εξήγηση, αλλά να γίνει κατανοητό το συναίσθημά του.
- Δεν πανικοβάλλομαι, δεν αποφεύγω την επαφή μου με το συναίσθημα του παιδιού, δεν θυμώνω, ούτε διατηρώ αμυντική στάση.
- Δεν ενδίδω στο θέλω του παιδιού, μόνο και μόνο για να σταματήσει, ιδιαίτερα όταν το θέλω του αφορά ενήλικη ευθύνη , σχετική με την ασφάλεια του, την υγεία του, τη διατροφή του, κ.α. Φυσικά και αναθεωρώ τη στάση μου, όταν αφορά απλά ζητήματα , όπως το τι θα φορέσει, ποιο πιάτο θα προτιμήσει κλπ, καθώς έτσι αναπτύσσεται η κριτική ικανότητα του παιδιού και αισθάνεται κύριος των αποφάσεων που αφορούν το ίδιο.
- Δεν εξαναγκάζω το παιδί σε απομάκρυνση ή σωματική επαφή, χωρίς το ίδιο να θέλει.
- Αποφεύγω τα πολλά λόγια κι εξηγήσεις. Συχνά, το νήπιο ηρεμεί απλά και μόνο από την ήρεμη και δεκτική παρουσία σας.
Τα συναισθηματικά ξεσπάσματα ενός παιδιού είναι αναμενόμενα και θα πρέπει να γίνονται κατανοητά από τον ενήλικα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα μείνει άπραγος παρατηρητής. Τουναντίον, είναι υποχρέωσή του να βοηθήσει το παιδί να ερμηνεύσει τα συναισθήματά του και να σταθεί δίπλα του, δείχνοντας του πώς να τα διαχειριστεί. Όσο η επαφή με το συναισθηματικό κόσμο του παιδιού θα αυξάνεται, τόσο θα μειώνονται τέτοιου είδους περιστατικά και θα ενισχύεται ο δεσμός με τον γονέα.
Αντιδράσεις φυσικά και θα συνεχίσουν να υπάρχουν- είναι άλλωστε επιθυμητές και διδακτικές- αλλά δεν θα περιλαμβάνουν βιαιότητα, ψυχική κατάρρευση, υστερική κρίση. Η ευθύνη του γονέα δε συνίσταται στο να έχει ένα υπάκουο, πλήρως συνεργάσιμο και χαρούμενο παιδί, αλλά στο να δημιουργήσει έναν ολοκληρωμένο, ώριμο και έτοιμο να ανταπεξέλθει στην εκάστοτε δυσκολία ενήλικα.Έτσι κάθε κρίση του παιδιού είναι μια κεκαλυμμένη ευκαιρία για περαιτέρω συμβολή στη ψυχοσυναισθηματική του ανάπτυξη.
Πηγή:
https://www.maxmag.gr/psychologia/tantrum-o-fovos-ton-goneon/