Η τέχνη του “δέχομαι” και του “αποδέχομαι”

Η τέχνη του “δέχομαι” και του “αποδέχομαι”

Αντίθετα από τα καιρικά φαινόμενα, εμείς δεν εκδηλώνουμε πάντα την εσωτερική μας κατάσταση. Μπορεί να μαίνονται μέσα μας οι θύελλες ενώ έξω να δείχνουμε διάθεση…αιθρία, άντε με κατά τόπους νεφώσεις. Υπάρχει άραγε κάποιος τρόπος να φέρουμε περισσότερη λιακάδα μέσα μας; Η απάντηση είναι η αποδοχή!

Είναι η μαγική κατάσταση που μας ησυχάζει, μας τρέφει και μας γαληνεύει. Πριν από τον ερχομό της όμως χρειάζεται να αναγνωρίσουμε και να παραδεχθούμε ό,τι συνέβη και ό,τι είπαμε ή κάναμε.

Συχνά βέβαια, είμαστε απρόθυμες να πάρουμε την ευθύνη για τα λόγια και τα έργα μας, και προτιμάμε να πιστεύουμε ότι φταίνε οι άλλοι. Παρ’ όλα αυτά υπάρχει και ένας πιο έξυπνος τρόπος για να αντέξουμε την ευθύνη μας : να δούμε τις αρνητικές αντιδράσεις μας όχι σαν βαριά σφάλματα αλλά σαν «σωματοφύλακες».

Ας πάρουμε τα αρνητικά συναισθήματα για παράδειγμα:

Ο θυμός είναι ένα είδος φύλακα που μάς σπρώχνει να διεκδικήσουμε, να βάλουμε όρια, να υψώσουμε το ανάστημά μας.

Η ζήλια είναι ένας άλλος φύλακας ο οποίος μας δείχνει τι ακριβώς νομίζουμε ότι θέλουμε: αυτό που έχει ή είναι ο άλλος.

Ο φόβος είναι ο κατεξοχήν φύλακας ο οποίος μας υποδεικνύει από τι να προφυλαχθούμε.

Αν εξετάσουμε λοιπόν όλα τα αρνητικά συναισθήματα θα διαπιστώσουμε πως πρόκειται για απόπειρες προφύλαξης. Θέλουν να μας προσφέρουν υπηρεσία και γι’ αυτό είναι μονίμως σε επιφυλακή, σπεύδουν αστραπιαία με κάθε μικρή αφορμή, αγρυπνούν -και συχνά μας ξενυχτάνε κι εμάς. Αυτοί οι φύλακες μπορούν να παραλληλιστούν με προγράμματα υπολογιστών που «τρέχουν» νύχτα μέρα. Δεν είναι «κακοί» , δεν είναι «αμαρτωλοί». Είναι απλώς λειτουργίες. Εκφράσεις ενός νου σε πλάνη.

Η ανάγκη μας για αυτού του τύπου τους φύλακες, πηγάζει από την πεποίθηση μας ότι είμαστε ανεπαρκείς, ελλιπείς, τρωτοί ή μόνοι.

Όμως, υπάρχει κι ένα άλλο κομμάτι μέσα μας, δίκαια περήφανο, επαρκές, μεγαλειώδες, ευφυές και γεμάτο καλοσύνη που για να συνδεθούμε μαζί του θα χρειαστεί πρώτα να κάνουμε ειρήνη μέσα μας. Να συμφιλιωθούμε με τον εαυτό μας. Όσο το εγώ μας κρατά σε εσωτερική σύγκρουση προσπαθώντας από τη μια να μας πείσει ότι είμαστε ανεπαρκείς και ελλιπείς κι από την άλλη επικρίνοντάς μας γι’ αυτά ακριβώς, κρατά το νου μας απασχολημένο σε μια διαμάχη χωρίς τέλος. Φροντίζει να αποσπά την προσοχή μας και να τη στρέφει εκεί ώστε ποτέ να μην ησυχάσουμε και ποτέ να μην αναρωτηθούμε « μήπως τελικά είμαι και κάτι άλλο;».

Έτσι αναζητώντας τον Αληθινό Εαυτό μας είναι αναγκαίο να σταματήσουμε την εσωτερική διαμάχη. Η θεραπεία του «δέχομαι» είναι το πρώτο βήμα.

Η δύναμη του «δέχομαι»!

Η λέξη ΔΕΧΟΜΑΙ, όταν τη λέμε και την εννοούμε είναι μια λέξη – δώρο, μια λέξη που κάνει το νου να ησυχάζει από την αδιάκοπη φλυαρία της αυτοεπίκρισης φέρνοντας ειρήνη εντός.

Πρόκειται δηλαδή για την πρώτη αποταύτιση από την αγαπημένη ασχολία του εγώ: την επίκριση. Με ένα παράξενο τρόπο αυτό το «δέχομαι» δεν θα μας καταδικάσει σε αιώνια ανεπάρκεια αλλά θα μας ελευθερώσει εντελώς από αυτήν. Η αποδοχή του σκιώδους, ανεπαρκούς, ελλιπούς εαυτού μας είναι το ξεκίνημα για την διαδικασία της συγχώρεσης. Στην αρχή αυτή θα πάρει τη μορφή της αποδοχής και της συγχώρεσης του εαυτού μας για την ατέλεια και την ανεπάρκειά του. Ύστερα, θα πάρει τη μορφή της συγχώρεσης του εαυτού μας που πίστεψε ότι είναι ατελής και ανεπαρκής. Τότε, θα έχει ανοίξει η πύλη για να αναγνωρίσουμε τον Αληθινό Εαυτό μας.

Τη στιγμή κατά την οποία λέμε «δέχομαι, αυτό είναι έτσι » χωρίς να θελήσουμε να αρνηθούμε, να υπεκφύγουμε ή να βάλουμε σε λειτουργία άλλους μηχανισμούς άμυνας, αποκαθίσταται η εσωτερική ενότητά μας, η αρχική μας αθωότητα και η επίγνωση ότι είμαστε πολύ περισσότερα από έναν φοβισμένο, θυμωμένο ή ανεπαρκή εαυτό. Η εσωτερική συμφιλίωση έρχεται σαν το ουράνιο τόξο μετά τη βροχή. Και τότε μια ζεστασιά απλώνεται μέσα μας. Ο καιρός αλλάζει και μπορούμε πραγματικά να πούμε «Για δες! Κάνει επιτέλους λιακάδα μέσα μου!».

Ιουλία Πιτσούλη