Γιατί “πεθαίνουν” οι έρωτες του καλοκαιριού;

Γιατί “πεθαίνουν” οι έρωτες του καλοκαιριού;

Οι περισσότερες ιστορίες των εραστών του καλοκαιριού αποτελούνται συνήθως από δύο κεφάλαια. Το πρώτο, και πιο μακροσκελές, εκτυλίσσεται στον τόπο των διακοπών, και είναι γεμάτο ευχάριστες εκπλήξεις, υπέροχες συμπτώσεις, μαγικές στιγμές, συναρπαστικές ανακαλύψεις και μεγάλες προσδοκίες. Το δεύτερο, σύντομο και επιγραμματικό, γράφεται αμέσως ή λίγο μετά τον γυρισμό στην καθημερινότητα: ΚΑΝΑΜΕ ΛΑΘΟΣ ΤΕΛΟΣ! Όσο για τις άλλες ιστορίες των εραστών του καλοκαιριού,  εκείνες που το δεύτερό τους κεφάλαιο τελειώνει στα σκαλιά της εκκλησίας, απλώς αποτελούν τις εξαιρέσεις του παραπάνω κανόνα. Γιατί; Την εξήγηση μας δίνει η ψυχοθεραπεύτρια Νάνσυ Χριστοφόρου.

Όλοι, ανεξάρτητα από ηλικία και φιλοσοφία ζωής, και ανεξάρτητα από τη θέληση μας, το καλοκαίρι και ειδικότερα κατά τη διάρκεια των διακοπών μας είμαστε πιο ανοιχτοί στον έρωτα. Αυτό οφείλεται σε εξωτερικούς αλλά και εσωτερικούς παράγοντες. Οφείλεται κυρίως στη περιρρέουσα ατμόσφαιρα του καλοκαιριού, στην ελαφρότητα και χαλαρότητα που επικρατούν εντός κι εκτός μας. Η αίσθηση της αναγέννησης και αναζωογόνησης που μας κατακλύζει από την άνοιξη και η μετατόπιση της ζωής έξω απ το σπίτι, σε συνδυασμό με την κίνηση, τη μετακίνηση και την αλλαγή παραστάσεων, τη γύμνια που επιβάλλουν οι υψηλές θερμοκρασίες, τα χάδια του ήλιου και της θάλασσας, και βεβαίως η ύπαρξη μπόλικου ελεύθερου χρόνου, οξύνουν τις αισθήσεις μας και μας ωθούν σε αναζήτηση περισσότερων απολαύσεων. Το κορμί, εκτός από πιο ελεύθερο και προκλητικό, γίνεται πιο απαιτητικό και διεκδικητικό.

Γι αυτό και η ανάγκη μας να ερωτευτούμε το καλοκαίρι είναι πιο έντονη από την ανάγκη μας να αγαπηθούμε.

Το καλοκαίρι η ψυχολογία μας είναι διαφορετική. Είτε με τη θέληση μας είτε άθελά μας κατεβάζουμε τα ρολά. Θέλουμε να ξεχάσουμε έγνοιες, προβλήματα, εκκρεμότητες και χαμένες προσδοκίες. Βάζουμε στην άκρη κάθε τι που μπορεί να μας ψυχοπλακώσει και να μας αυτό-περιορίσει και δίνουμε προτεραιότητα και έμφαση στο πως θα ξεδώσουμε και θα περάσουμε καλά.

Ποιος αμφισβητεί ότι η καλύτερη εκτόνωση είναι το παιχνίδι και ειδικά το ερωτικό παιχνίδι; Σχεδόν κανείς. Αφηνόμαστε στο φλερτ «από χέρι», επομένως ο δρόμος για τη δημιουργία ειδυλλίου είναι εντελώς ανοιχτός και σπαρμένος με άνθη.

Το καλοκαίρι επίσης είμαστε πιο ευάλωτοι στην ομορφιά. Ψάχνουμε τον ωραίο και μοιραίο άνθρωπο που θα μας κάνει να νιώσουμε κι εμείς ωραίοι και μοιραίοι. Ψάχνουμε εκείνον που θα μας κάνει να γελάσουμε, να εκφραστούμε πιο ελεύθερα, χωρίς το άγχος του «πρέπει ή δεν πρέπει», του «τι θα σκεφτεί, πως θα το πάρει». Είμαστε πιο έτοιμοι να κατακτήσουμε και να κατακτηθούμε, καθώς υποσυνείδητα λειτουργεί η παράμετρος της εξαίρεσης, της προσωρινότητας και της περιόδου χάριτος -ας περάσουμε τώρα καλά και όταν χρειαστεί υπάρχει ο χρόνος και ο τρόπος να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους.

Με δυο λόγια, το καλοκαίρι, η έννοια του “ερωτεύομαι” εκπορεύεται περισσότερο από την ανάγκη έκφρασης της σεξουαλικότητα μας παρά την από την ανάγκη για δημιουργία οικειότητας. Αναζητάμε περισσότερο τη μαγεία του αγγίγματος , σώμα με σώμα πάρα ψυχή με ψυχή. Αντίθετα το χειμώνα έχουμε ανάγκη να χουχουλιάσουμε, να κουρνιάσουμε, γεγονός που προϋποθέτει την ύπαρξη οικειότητας, δηλαδή επικοινωνία πνευματική και ψυχική.

Αυτή ακριβώς η αντίθεση είναι που «σκοτώνει» συνήθως τους έρωτες του καλοκαιριού και όχι ο χειμώνας αυτός καθαυτός.

Το πώς αρχίζει μια σχέση, η ψυχολογία δηλαδή με την οποία μπαίνουμε σε μια σχέση, η θέση στην οποία τοποθετούνται τα πράγματα εξ αρχής, καθορίζει το δυναμικό της και αυτό παίζει καθοριστικό ρόλο στη εξέλιξή της. Το γεγονός λοιπόν ότι με άλλη ψυχολογία μπαίνουμε σ ένα ειδύλλιο καλοκαιρινό και με άλλη καλούμαστε να συνεχίσουμε την πορεία του, είναι φυσικό να φέρνει ανατροπές.

* Στο νησί η φυσική έλξη δεν έχει απλώς τον πρώτο λόγο, αλλά σχεδόν τον αποκλειστικό.

* Στη πόλη, η φυσική έλξη αποτελεί προϋπόθεση αλλά η αναζήτηση της οικειότητας… καραδοκεί και μπορεί εύκολα να εξουδετερώσει τα μαγνητικά πεδία.

* Στο νησί θέλουμε να παίξουμε.

* Στην πόλη να σχετιστούμε.

* Στο νησί η ψυχολογία και οι ανάγκες μας είναι εντελώς διαφορετικές.

* Στο νησί ερωτευόμαστε με το ένα κομμάτι του εαυτού μας.

* Στην πόλη ζούμε με το άλλο.

* Στο νησί ερωτευόμαστε και σχετιζόμαστε κάτω από εντελώς διαφορετικές συνθήκες απ’ εκείνες που επικρατούν στη καθημερινότητά μας.

Συμπέρασμα;

Η έλξη και η απόλαυση δεν αρκούν ως βάση μιας σχέσης. Αποτελούν καλές προϋποθέσεις, ιδανικό πρελούδιο, αναγκαίες συνθήκες, αλλά όχι και ικανές.

Πριν επενδύσετε λοιπόν στον εραστή σας του καλοκαιριού, γνωρίστε τον απ’ την αρχή μόλις πατήσετε το πόδι σας …στον Πειραιά.