Ευλογημένη η γιαγιά, αλλά και η αγάπη του παιδιού σου για κείνη

Ευλογημένη η γιαγιά, αλλά και η αγάπη του παιδιού σου για κείνη

Το παιδί σου έχει αδυναμία στη γιαγιά; Ε, και λοιπόν; Ακόμα και αν έρχονται στιγμές που σε πειράζει λιγάκι επειδή θέλει να μείνει μαζί της και όχι μαζί σου, να χαίρεσαι. Γιατί η σχέση γιαγιάς – εγγονιού είναι μοναδική κι ευλογημένη, είναι ευλογιά για κείνην, για το παιδί σου, αλλά και για σένα!

Η αδυναμία που έχουν τα παιδιά στις γιαγιάδες και τους παππούδες, ειδικά όταν εκείνοι τα φροντίζουν και τους κάνουν babysitting και kidsitting αγγλιστί, επειδή οι γονείς τους δουλεύουν, είναι κάτι δεδομένο κι απολύτως λογικό.

Άλλωστε, οι πιο πολλοί γονείς του σήμερα, θυμόμαστε πώς κάναμε μικροί για τις δικές μας γιαγιάδες με τις οποίες περνούσαμε πολλές ώρες, πριν ή μετά το σχολείο. Ιδιαίτερα, τα προηγούμενα χρόνια που τα παιδιά πηγαίναμε κατευθείαν νηπιαγωγείο, παραλείποντας τις προηγούμενες «τάξεις», η γιαγιά έπαιζε κυρίαρχο ρόλο στη ζωή μας, ήταν η δεύτερη μαμά μας κι ως τέτοια λειτουργούσε, «του παιδιού μου το παιδί, δυο φορές δικό μου», που λέει κι ο λαός.

Κλάματα, κακό, να μη μας πάρουν οι γονείς μας απ’ εκείνη, κρυβόμασταν στα δωμάτια, κάναμε ό,τι περνούσε από το μικρό χεράκι μας να μείνουμε λίγο ακόμη στο σπίτι της γιαγιάς.

Γιατί όχι; Μαζί της καλοπερνάγαμε, σαν να ήμασταν σε διακοπές. Χατίρια, αταξίες, παιχνίδι χωρίς όρια… Όλα ήταν σε αφθονία, σε αντίθεση με τους κανόνες και το πρόγραμμα, στα οποία ήταν πάντα πιο ελαστική.

«Σταμάτα να του/της κάνεις όλα τα χατίρια» λέγανε οι γονείς μας στις δικές μας γιαγιάδες, αλλά εκείνες δυσκολευόντουσαν να «υπακούσουν». Το ίδιο γινόταν και στις προηγούμενες γενιές, το ίδιο γίνεται και τώρα, και λογικά, το ίδιο θα γίνεται και στο μέλλον.

Γι’ αυτό, αν πιάνουμε τον εαυτό μας να ζηλεύει τη στενή σχέση που έχει το δικό μας παιδί -προσέξατε την κτητική αντωνυμία, ε;- με τη γιαγιά του, ειδικά αν η γιαγιά είναι η πεθερά κι όχι η μαμά μας, αν νιώσουμε ότι ερχόμαστε δεύτερες στην καρδιά του, αφενός καλό θα ήταν να το εκλογικεύσουμε και να θυμηθούμε τα δικά μας παιδικά χρόνια και τις αντίστοιχες κόπι – πέιστ συμπεριφορές μας, αφετέρου δεν πρέπει να πέσουμε στην εξής παγίδα:

Να ανταγωνιστούμε τη συμπεριφορά της γιαγιάς.

Διότι ο ρόλος της γιαγιάς, είναι να κακομαθαίνει, ενώ της μαμάς να εκπαιδεύει. Η γιαγιά θα κάνει επιτόπου το φαγητό που της ζήτησε το εγγόνι, επειδή δεν θέλει να φάει αυτό που έχει ήδη μαγειρέψει, θα φτιάξει στη στιγμή πίτες, θα δώσει απεριόριστα κουλουράκια, γλυκάκια και σοκολατάκια, ενώ η μαμά θα σερβίρει αυτό που έχει η κατσαρόλα και θα αρνηθεί το εικοστό μπισκότο. Η γιαγιά δεν θα επιμείνει να κλείσει η τηλεόραση, η μαμά θα το πει κάποιες φορές κι αν χρειαστεί, θα πάρει το τηλεκοντρόλ και θα την κλείσει μόνη της. Το παιδί θα τουμπάρει εύκολα τη γιαγιά, θα μετατρέψει το «όχι» της σε «ναι», ειδικά αν το δει στενοχωρημένο, ενώ η μαμά δε θα υποχωρήσει γιατί καμιά φορά το «σωστό» είναι και δυσάρεστο για το παιδί. Η γιαγιά πιο μαλακή, μπορεί να «επιτρέψει» στο παιδί μέχρι και να της βάλλει τις φωνές, για να περάσει το «δικό του», ενώ η μαμά πιο αυστηρή, το επαναφέρει στον ίσιο δρόμο.

Δεν πρέπει οι μαμάδες να αρχίσουμε να λέμε παντού και πάντα «ναι» για να μας αγαπά το παιδί και να μη μας συγκρίνει με τη γιαγιά, από φόβο μήπως και βγούμε οι χαμένες της υπόθεσης. Αφενός το παιδί μας αγαπά ντε φάκτο, αφετέρου, η αγάπη δεν κρίνεται από τα χατίρια που κάνουμε ή δεν κάνουμε και γενικότερα, δεν χρειάζεται να μπαίνουμε σε διαδικασίες διεκδίκησης του παιδιού.

Αν θέλουμε να έχουμε ένα καλό και ισορροπημένο παιδί που θα γίνει στο μέλλον ένας καλός κι ισορροπημένος ενήλικας, θα δώσουμε την ανατροφή και την παιδεία που θεωρούμε καλύτερες για εκείνο, κι η γιαγιά θα κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα: θα το «καλο-κακομαθαίνει»!

Έκαστος στο είδος του και πολλές ευχαριστίες σε όσους αγαπάνε το παιδί μας –να τη πάλι η κτητική αντωνυμία- το φροντίζουν και το προσέχουν σαν να είμαστε εμείς, όταν εμείς δεν είμαστε εκεί. Αξία ανεκτίμητη!